STATIC AND DYNAMIC GUIDED SURGERY TECHNIQUES IN IMPLANT PLACEMENT: COMPARISON AND REVIEW OF THE LITTERATURE.
Authors:
Eustathia Afrati1, Panagiotis Lampropoulos1
1 Department of Prosthodontics, School of Dental Medicine, National and Kapodistrian University of Athens
Συγγραφείς:
Ευσταθία Αφράτη1, Παναγιώτης Λαμπρόπουλος1
1. Κλινική Προσθετικής, Οδοντιατρικό Τμήμα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Doi: 10.54936/haoms243ο3
Εισαγωγή: Η υπολογιστικά κατευθυνόμενη χειρουργική εμφυτευμάτων περιλαμβάνει δύο τύπους τεχνικών: την στατική και την δυναμική (Static Guided Surgery και Dynamic Guided Surgery αντίστοιχα). Η στατική προσέγγιση αναφέρεται στη χρήση ενός χειρουργικού προτύπου που υποστηρίζεται από ιστούς. Έτσι αναπαράγεται η εικονική θέση του εμφυτεύματος απευθείας από δεδομένα υπολογιστικής τομογραφίας (CBCT) και δεν επιτρέπεται διεγχειρητικά η τροποποίηση της θέσης του. Αντίθετα, η δυναμικά καθοδηγούμενη τεχνική αναπαράγει την θέση του εμφυτεύματος απευθείας από τα δεδομένα του CBCT και χρησιμοποιεί τεχνολογία παρακολούθησης κίνησης κατά την διαδικασία τοποθέτησης.
Σκοπός: Η σύγκριση των δύο τεχνικών και η ανάδειξη των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων τους.
Μέθοδος – Υλικά: Η συγκεκριμένη ανασκόπηση διενεργήθηκε έπειτα από βιβλιογραφική αναζήτηση λέξεων-κλειδιών σχετικών με το θέμα της υπολογιστικά κατευθυνόμενης τοποθέτησης εμφυτευμάτων στην επιστημονική πλατφόρμα PubMed.
Αποτελέσματα: Η στατική τεχνική ενδείκνυται για νωδούς ασθενείς και αποκαταστάσεις ολόκληρου οδοντικού τόξου, παρουσιάζει αυξημένη ακρίβεια, χωρίς την ανάγκη δημιουργίας κρημνού, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε μικρότερη απώλεια οστού και βελτιωμένη αισθητική. Παρόλα αυτά, ελλοχεύει ο κίνδυνος απόκλισης εξαιτίας του CBCT ή λόγω εσφαλμένης τοποθέτησης του χειρουργικού οδηγού. Η δυναμική τεχνική επιτρέπει την διεγχειρητική παρακολούθηση και τροποποίηση, μειώνει τον συνολικό χρόνο της επέμβασης και δεν απαιτεί εργαστηριακό στάδιο, ενώ μπορεί να φανεί χρήσιμη σε ασθενείς με μειωμένη διάνοιξη και σε ιδιαίτερες ανατομικές περιοχές. Στα μειονεκτήματά της συγκαταλέγονται το αυξημένο κόστος, οι τεχνικές δυσκολίες και η ανάγκη ύπαρξης εμπειρίας του επεμβαίνοντα.
Συμπεράσματα: Και οι δύο τεχνικές είναι τόσο ακριβείς όσο και προβλέψιμες. Τα συστήματα δυναμικής τοποθέτησης εμφανίζονται εξίσου ή και περισσότερο αξιόπιστα, επιτυγχάνουν κλινικά μη ανιχνεύσιμες γωνιακές αποκλίσεις και θα μπορούσαν μελλοντικά να μειώσουν τα ποσοστά των διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών. Παρόλα αυτά, χρήζουν επαρκέστερης επιστημονικής τεκμηρίωσης
Authors:
Eustathia Afrati1, Panagiotis Lampropoulos1
1 Department of Prosthodontics, School of Dental Medicine, National and Kapodistrian University of Athens
Συγγραφείς:
Ευσταθία Αφράτη1, Παναγιώτης Λαμπρόπουλος1
1. Κλινική Προσθετικής, Οδοντιατρικό Τμήμα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Doi: 10.54936/haoms243ο3
Εισαγωγή: Η υπολογιστικά κατευθυνόμενη χειρουργική εμφυτευμάτων περιλαμβάνει δύο τύπους τεχνικών: την στατική και την δυναμική (Static Guided Surgery και Dynamic Guided Surgery αντίστοιχα). Η στατική προσέγγιση αναφέρεται στη χρήση ενός χειρουργικού προτύπου που υποστηρίζεται από ιστούς. Έτσι αναπαράγεται η εικονική θέση του εμφυτεύματος απευθείας από δεδομένα υπολογιστικής τομογραφίας (CBCT) και δεν επιτρέπεται διεγχειρητικά η τροποποίηση της θέσης του. Αντίθετα, η δυναμικά καθοδηγούμενη τεχνική αναπαράγει την θέση του εμφυτεύματος απευθείας από τα δεδομένα του CBCT και χρησιμοποιεί τεχνολογία παρακολούθησης κίνησης κατά την διαδικασία τοποθέτησης.
Σκοπός: Η σύγκριση των δύο τεχνικών και η ανάδειξη των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων τους.
Μέθοδος – Υλικά: Η συγκεκριμένη ανασκόπηση διενεργήθηκε έπειτα από βιβλιογραφική αναζήτηση λέξεων-κλειδιών σχετικών με το θέμα της υπολογιστικά κατευθυνόμενης τοποθέτησης εμφυτευμάτων στην επιστημονική πλατφόρμα PubMed.
Αποτελέσματα: Η στατική τεχνική ενδείκνυται για νωδούς ασθενείς και αποκαταστάσεις ολόκληρου οδοντικού τόξου, παρουσιάζει αυξημένη ακρίβεια, χωρίς την ανάγκη δημιουργίας κρημνού, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε μικρότερη απώλεια οστού και βελτιωμένη αισθητική. Παρόλα αυτά, ελλοχεύει ο κίνδυνος απόκλισης εξαιτίας του CBCT ή λόγω εσφαλμένης τοποθέτησης του χειρουργικού οδηγού. Η δυναμική τεχνική επιτρέπει την διεγχειρητική παρακολούθηση και τροποποίηση, μειώνει τον συνολικό χρόνο της επέμβασης και δεν απαιτεί εργαστηριακό στάδιο, ενώ μπορεί να φανεί χρήσιμη σε ασθενείς με μειωμένη διάνοιξη και σε ιδιαίτερες ανατομικές περιοχές. Στα μειονεκτήματά της συγκαταλέγονται το αυξημένο κόστος, οι τεχνικές δυσκολίες και η ανάγκη ύπαρξης εμπειρίας του επεμβαίνοντα.
Συμπεράσματα: Και οι δύο τεχνικές είναι τόσο ακριβείς όσο και προβλέψιμες. Τα συστήματα δυναμικής τοποθέτησης εμφανίζονται εξίσου ή και περισσότερο αξιόπιστα, επιτυγχάνουν κλινικά μη ανιχνεύσιμες γωνιακές αποκλίσεις και θα μπορούσαν μελλοντικά να μειώσουν τα ποσοστά των διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών. Παρόλα αυτά, χρήζουν επαρκέστερης επιστημονικής τεκμηρίωσης