RELAPSE AFTER ORTHOGNATHIC TREATMENT. A REVIEW OF THE LITTERATURE.
Authors:
Eudokia Tampakopoulou
Συγγραφείς:
Ευδοκία Ταμπακοπούλου
Doi: 10.54936/haoms243o38
Περίληψη:
Εισαγωγή: Οι σοβαρές γναθοπροσωπικές ανωμαλίες και ασυμμετρίες με αλλαγές στη σύγκλειση, ως αποτέλεσμα νόσου, τραύματος ή γενετικής προδιάθεσης, προκαλούν διαταραχές στο μέγεθος των οστών των γνάθων αλλά και στη σχέση μεταξύ άνω και κάτω γνάθου. Καθίσταται επομένως συχνά απαραίτητη η μόνιμη αντιμετώπισή τους με συνδυασμό ορθοδοντικής και ορθογναθικής χειρουργικής. Η συχνότητα υποτροπής μετά από ορθογναθική χειρουργική έχει αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας τα τελευταία χρόνια.
Σκοπός: Ο στόχος αυτής της παρουσίασης είναι να αναδείξει τον κίνδυνο υποτροπής του θεραπευτικού αποτελέσματος ανά χειρουργική τεχνική μετά από ορθογναθική επέμβαση.
Μέθοδος-Υλικά: Μελέτη και αναζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας στις βάσεις δεδομένων PubMed, Scopus και Web of Science με λέξεις-κλειδιά ‘’class III skeletal malocclusions’’, ‘’orthognathic surgery’’, ‘’prognathic mandible’’, ‘’recurrence’’, ‘’relapse’’.
Αποτελέσματα: Υποτροπές παρατηρούνται συχνότερα εντός έξι μηνών από την επέμβαση και, σε κάθε περίπτωση, εντός ενός έτους. Η χρήση οστικών μοσχευμάτων στο οστικό κενό που δημιουργήθηκε στην Le Fort 1 οστεοτομία ή η χρήση απορροφήσιμων πλακών αντί πλακών τιτανίου είναι παραδείγματα παραγόντων που μειώνουν τον κίνδυνο υποτροπής. Αντίθετα, είναι ευκολότερο να υπάρξει υποτροπή όταν είναι απαραίτητο να γίνουν μεγάλες προωθήσεις στην κάτω γνάθο.
Συμπεράσματα: Μετά από πραγματοποίηση κεφαλομετρικών εξετάσεων και λήψη ψηφιακών μοντέλων μελέτης, διαπιστώθηκε ότι η υποτροπή μετά από ορθογναθική χειρουργική είναι ένα γεγονός που συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις. Ο περιορισμός της έρευνας ωστόσο έγκειται στο γεγονός ότι οι περισσότερες μελέτες είναι αναδρομικές και χρησιμοποιούν μικρά μεγέθη δείγματος. Μελλοντικό ερευνητικό στόχο συνιστά η διεξαγωγή μακροχρόνιων κλινικών δοκιμών με μεγαλύτερο αριθμό δειγμάτων.
Authors:
Eudokia Tampakopoulou
Συγγραφείς:
Ευδοκία Ταμπακοπούλου
Doi: 10.54936/haoms243o38
Περίληψη:
Εισαγωγή: Οι σοβαρές γναθοπροσωπικές ανωμαλίες και ασυμμετρίες με αλλαγές στη σύγκλειση, ως αποτέλεσμα νόσου, τραύματος ή γενετικής προδιάθεσης, προκαλούν διαταραχές στο μέγεθος των οστών των γνάθων αλλά και στη σχέση μεταξύ άνω και κάτω γνάθου. Καθίσταται επομένως συχνά απαραίτητη η μόνιμη αντιμετώπισή τους με συνδυασμό ορθοδοντικής και ορθογναθικής χειρουργικής. Η συχνότητα υποτροπής μετά από ορθογναθική χειρουργική έχει αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας τα τελευταία χρόνια.
Σκοπός: Ο στόχος αυτής της παρουσίασης είναι να αναδείξει τον κίνδυνο υποτροπής του θεραπευτικού αποτελέσματος ανά χειρουργική τεχνική μετά από ορθογναθική επέμβαση.
Μέθοδος-Υλικά: Μελέτη και αναζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας στις βάσεις δεδομένων PubMed, Scopus και Web of Science με λέξεις-κλειδιά ‘’class III skeletal malocclusions’’, ‘’orthognathic surgery’’, ‘’prognathic mandible’’, ‘’recurrence’’, ‘’relapse’’.
Αποτελέσματα: Υποτροπές παρατηρούνται συχνότερα εντός έξι μηνών από την επέμβαση και, σε κάθε περίπτωση, εντός ενός έτους. Η χρήση οστικών μοσχευμάτων στο οστικό κενό που δημιουργήθηκε στην Le Fort 1 οστεοτομία ή η χρήση απορροφήσιμων πλακών αντί πλακών τιτανίου είναι παραδείγματα παραγόντων που μειώνουν τον κίνδυνο υποτροπής. Αντίθετα, είναι ευκολότερο να υπάρξει υποτροπή όταν είναι απαραίτητο να γίνουν μεγάλες προωθήσεις στην κάτω γνάθο.
Συμπεράσματα: Μετά από πραγματοποίηση κεφαλομετρικών εξετάσεων και λήψη ψηφιακών μοντέλων μελέτης, διαπιστώθηκε ότι η υποτροπή μετά από ορθογναθική χειρουργική είναι ένα γεγονός που συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις. Ο περιορισμός της έρευνας ωστόσο έγκειται στο γεγονός ότι οι περισσότερες μελέτες είναι αναδρομικές και χρησιμοποιούν μικρά μεγέθη δείγματος. Μελλοντικό ερευνητικό στόχο συνιστά η διεξαγωγή μακροχρόνιων κλινικών δοκιμών με μεγαλύτερο αριθμό δειγμάτων.